Το ψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος καθιστούν την κυπριακή οικονομία ιδιαίτερα ευάλωτη σε απρόβλεπτες αρνητικές διαφοροποιήσεις του οικονομικού περιβάλλοντος, προειδοποιεί το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, το οποίο προτείνει, μεταξύ άλλων την δημιουργία ενός μηχανισμού συγκράτησης του κρατικού μισθολογίου και την πιθανή δημιουργία ενός μηχανισμού δέσμευσης μέρους των ψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που καταγράφονται.
Στην φθινοπωρινή έκθεσή του το Συμβούλιο επαναλαμβάνει τη θέση ότι «με στόχο τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και τη διασφάλιση της μελλοντικής εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, το Συμβούλιο κρίνει σκόπιμο να εξεταστεί, σε πολιτικό πρώτα επίπεδο, η δημιουργία μηχανισμού που θα δεσμεύει ένα μέρος του υφιστάμενου αποθεματικού και ενός μέρους των πρωτογενών πλεονασμάτων για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους».
Προσθέτει ακόμα ότι «μια τέτοια πολιτική θα δημιουργήσει θετικό κλίμα απέναντι στην εικόνα της Κύπρου όσον αφορά την διασφάλιση της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, έχοντας θετική επίδραση, στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, στο κόστος δανεισμού τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα και στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων».
Καθορισμός απολαβών στο δημόσιο
Εξάλλου, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο επαναλαμβάνει τη θέση του ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας διαφανής μηχανισμός με ορθολογιστικά κριτήρια που θα καθορίζει τις απολαβές στη δημόσια υπηρεσία.
Όπως εξηγεί, ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει να αποτελεί μέρος της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και τη βελτίωση της παραγωγικότητας στη δημόσια υπηρεσία.
Κρατικές δαπάνες και μισθολόγιο
Η ανησυχία για αύξηση των κρατικών δαπανών δεν περιορίζεται μόνο στο ενδεχόμενο οριστικοποίησης της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου για την αποκατάσταση των απολαβών στο δημόσιο τομέα, σημειώνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, προσθέτοντας ότι οι κρατικές δαπάνες αυξάνονται πλέον με σημαντικό ρυθμό που όπως διαφαίνεται από το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής 2020-2022 αναμένεται να ξεπεράσουν τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.
Όπως φαίνεται και στο σχετικό γράφημα πιο κάτω, το κρατικό μισθολόγιο κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους αυξήθηκε με οριακά ψηλότερο ποσοστό σε σχέση με τον αντίστοιχο ρυθμό αύξησης των κρατικών εσόδων.

Σύμφωνα με το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής 2020-22 το κρατικό μισθολόγιο και οι πρωτογενείς δαπάνες για την Κεντρική Κυβέρνηση από φέτος θα αυξάνονται με ρυθμό σαφώς ψηλότερο του αντίστοιχου των εσόδων.
Επιπρόσθετα η αύξηση του κρατικού μισθολογίου δύναται να επιταχυνθεί σε περίπτωση που αντιστραφεί η μετά την κρίση πολιτική που ακολουθήθηκε, δηλαδή της αντικατάστασης μόνιμου προσωπικού με έκτακτους και ωρομίσθιους.
Όπως φαίνεται στα γραφήματα που ακολουθούν, από το 2013 και μετά η κάλυψη των αναγκών της Κεντρικής Κυβέρνησης γινόταν κυρίως με την πρόσληψη εκτάκτων υπαλλήλων. «Είναι αναμενόμενο ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός τους τόσο να αυξάνονται και οι πιέσεις για αλλαγή τους καθεστώτος, δηλαδή διορισμού σε μόνιμες θέσεις κάτι που θα επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά», εξηγεί το Συμβούλιο.

Η μικρή μείωση των ΜΕΔ
Τα πρόσφατα στοιχεία που δείχνουν μειωμένο ενδιαφέρον συμμετοχής εκ μέρους των δανειζόμενων στο Σχέδιο ΕΣΤΙΑ αναδεικνύουν μεταξύ άλλων τη μειωμένη πρόοδο στην αντιμετώπιση του προβλήματος των Μη Εξυπηρετούμενων Χορηγήσεων (ΜΕΧ) και ότι οι κίνδυνοι για τον τομέα και την οικονομία δεν έχουν εξαλειφθεί, τονίζει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο. Όπως φαίνεται στο πιο κάτω γράφημα παρά τη μείωση του ποσοστού των ΜΕΧ τα ποσοστά στην Κύπρο παραμένουν συγκριτικά εξαιρετικά ψηλά σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

«Η πρόοδος που έχει επιτευχθεί προέρχεται κυρίως από την πώληση δανείων σε οργανισμούς εκτός του χρηματοπιστωτικού συστήματος που υποδηλώνει ότι στο σύνολο της οικονομίας η πρόοδος στην αντιμετώπιση του προβλήματος ήταν σαφώς μικρότερη», αναφέρει το Συμβούλιο.
«Ο χρηματοπιστωτικός τομέας χρειάστηκε επαλειμμένα κρατική στήριξη κάτι που έχει αυξήσει σημαντικά το δημόσιο χρέος. Πέραν του κινδύνου αυτού η αδυναμία αντιμετώπισης του προβλήματος περιορίζει τη δυνατότητα οικονομικής ανάπτυξης με αρνητικές επιπτώσεις και στα δημόσια οικονομικά», προειδοποιεί ακόμα.