inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Το πήραν προσωπικά Οδυσσέας και Ειρήνη- Στα άκρα η αντιπαράθεσή τους

Με αμείωτη ένταση συνεχίστηκε και σήμερα η σφοδρή αντιπαράθεση ανάμεσα σε Γενικό Ελεγκτή και Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία ξέσπασε με αφορμή την άρνηση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη ν’ αποκαλύψει στην Ειρήνη Λοϊζίδου Νικολαΐδου στοιχεία για καταγγελία που έφθασε ενώπιον του το 2016, και αφορούσε ισχυριζόμενη διαφθορά, απάτη και ξέπλυμα χρήματος.
 
Η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κατήγγειλε τον Γενικό Ελεγκτή για την άρνησή του αυτή στον Γενικό Εισαγγελέα(σ.σ. προς διερεύνηση του ενδεχομένου διάπραξης ποινικού αδικήματος), με τον Κώστα Κληρίδη να δηλώνει χθες πως θα διερευνηθεί η καταγγελία, όπως διερευνώνται όλες όσες φθάνουν ενώπιον του.
 
Πάντως, Ειρήνη Λοϊζίδου Νικολαΐδου και Οδυσσέας Μιχαηλίδης έδωσαν συνέχεια, σε έντονο μάλιστα ύφος και διά ανακοινώσεων που εξέδωσαν, στη μεταξύ τους αντιπαράθεση.
 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Έβγαλαν μαχαίρια Οδυσσέας Μιχαηλίδης και Ειρήνη Λοϊζίδου Νικολαΐδου

Ακολουθούν πιο κάτω αυτούσιες οι ανακοινώσεις που εξέδωσαν σήμερα:
 
Διαβάστε πιο κάτω αυτούσια την ανακοίνωση της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα:
 
«Μετά λύπης μου και μετά από απορίες και ερωτήματα πολιτών, αναγκάζομαι να επανέλθω και να τονίσω τα κατωτέρω, ώστε ο κάθε πολίτης να αποκτήσει ορθή και ολοκληρωμένη εικόνα επί της υπόθεσης.
 
Επαναλαμβάνω ότι αποτελεί καθήκον και ταυτόχρονα έννομη υποχρέωσή μου να διερευνώ κάθε καταγγελία που υποβάλλεται στο Γραφείο μου από φυσικά πρόσωπα τα οποία ισχυρίζονται ότι έχουν προσβληθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο προσωπικά τους δεδομένα.
 
Για τον σκοπό αυτό έχω δικαιοδοσία να ζητώ από οποιοδήποτε πρόσωπο ή Αρχή στη Δημοκρατία πληροφορίες οι οποίες θα συνδράμουν στη διερεύνηση της υπόθεσης.
 
Σε αυτή την περίπτωση ζήτησα πληροφορίες τόσο από ιδιωτικούς όσο και δημόσιους Οργανισμούς, μεταξύ των οποίων και η Ελεγκτική Υπηρεσία.
 
Η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν συνέδραμε ως όφειλε και είχε έννομη υποχρέωση στον εφοδιασμό του Γραφείου μου με τις απαραίτητες πληροφορίες ή τουλάχιστον πληροφορίες, με βάση τις οποίες να είμαι σε θέση να κατευθύνω την πορεία των ερευνών μου.
 
Ενημέρωσα σχετικά τον Γενικό Ελεγκτή ότι παράλειψη της Υπηρεσίας του να συμμορφωθεί με τις έννομες υποχρεώσεις της δυνάμει του Κανονισμού δεν θα επέτρεπε τη διερεύνηση της καταγγελίας από το Γραφείο μου και ότι με τον τρόπο αυτό θα παρεμποδίζετο η άσκηση των καθηκόντων και εξουσιών μου.
 
Καθηκόντως, και με βάση τον Νόμο παρέπεμψα την υπόθεση στον Γενικό Εισαγγελέα.
 
Διευκρινίζεται ότι τα tweets (τουΐτς) και οι αναφορές του Γενικού Ελεγκτή που αφορούν σε Πρωτοβάθμια Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε κάθε περίπτωση δεν αφορούν ούτε αγγίζουν τις αρμοδιότητες και/ή εξουσίες μου. Τα ζητήματα αυτά έχουν κριθεί σε νεότερη Δευτεροβάθμια Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 17/12/2018, στην οποία παραλείπει να αναφερθεί.
 
Είναι τουλάχιστον άτοπο να τίθενται υπό αμφισβήτηση οι ενέργειες κατά την εκτέλεση των νομίμων καθηκόντων του μόνου θεσμοθετημένου και αρμόδιου, στη Δημοκρατία, Θεσμού, για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, προβάλλοντας μια αναληθή εικόνα «εκφοβισμού των πληροφοριοδοτών από την Επίτροπο» και αποπροσανατολίζοντας με τον τρόπο αυτό την κοινή γνώμη. 
 
Θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα, ότι η λήψη πληροφοριών σε περιπτώσεις διερεύνησης καταγγελιών τυγχάνουν εμπιστευτικού χειρισμού και εχεμύθειας από το Γραφείο μου σύμφωνα με τον Κανονισμό και το Νόμο, καθήκον αυτονόητο για το Θεσμό που εκπροσωπώ.
 
Διευκρινίζεται επίσης, ότι ο Θεσμός των αναφορών/καταγγελιών στις Δημόσιες Αρχές (whistleblowing) για θέματα διαφθοράς στην Κύπρο δεν υφίσταται και δεν ρυθμίζεται νομοθετικά. Ως εκ τούτου, η τήρηση των προνοιών του Κανονισμού και του Νόμου για την προστασία των δεδομένων, αμφότερων του καταγγέλλοντα και του καταγγελλόμενου είναι δεδομένη. Επιπλέον, η μελλοντική και ενδεχόμενη ρύθμισή τους θα υπόκειται σε αυστηρές προϋποθέσεις και διασφαλίσεις.
 
Όσον αφορά σε tweets (τουΐτς) του Γενικού Ελεγκτή που καλούν τον κόσμο να συνεχίσει να παρέχει άφοβα πληροφορίες «για πιθανά αδικήματα διαφθοράς και να μην ανησυχούν από τη δράση της Επιτρόπου» αφήνονται στην κρίση του κάθε πολίτη. Οι πολίτες σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να παροτρύνονται να υποκλέπτουν και/ή να παρεμβαίνουν με παράνομα μέσα σε αρχεία για την εξασφάλιση πληροφοριών με σκοπό την κοινοποίησή τους στον Γενικό Ελεγκτή ή σε άλλη Αρχή. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα και όλοι ανεξαρτήτως θέσης /αξιώματος/ιδιότητας έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται και να τηρούν την έννομη τάξη και τους νόμους της Δημοκρατίας.
 
Τέτοιες ενέργειες εξωθούν στην αναρχία και στην αταξία.
 
Πολύ απλά και για να αντιληφθούν οι πολίτες την ουσία του θέματος: για παράδειγμα, αν ο Α δώσει πληροφορίες στον Β για κάποιον τρίτο, ναι, θα πρέπει να ελέγχεται η νομιμότητα της συλλογής τους πριν από τη χρήση τους.
 
Σε ένα ευνομούμενο κράτος όλες οι Αρχές και Θεσμοί θα πρέπει να προβάλλουν υποδειγματικά στον πολίτη το σεβασμό στους Νόμους, τις αρχές του κράτους δικαίου και τους άλλους Θεσμούς στη Δημοκρατία, ανεξάρτητα από κινήσεις άσκοπου εντυπωσιασμού, λαϊκισμούς και λαϊκές παρακινήσεις των πολιτών να δρουν ανεξάρτητα και εναντίον νομοθεσιών και δη ευρωπαϊκών νομοθεσιών που αφορούν σε Θεσμούς της Δημοκρατίας.
 
Επ’ ευκαιρίας, εύχομαι σε όλους Καλές Γιορτές με υγεία».
 
Διαβάστε πιο κάτω αυτούσια την ανακοίνωση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας:
 
«Η νέα ανακοίνωση της Επιτρόπου καταβαραθρώνει την προσπάθεια της πολιτείας για πάταξη της διαφθοράς. Καλούμε τους πολίτες να κωφεύσουν στους εκφοβισμούς της και να καταγγέλλουν στις αρμόδιες αρχές υποθέσεις διαφθοράς και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
 
Ο αρμόδιος ευρωπαϊκός εποπτικός μηχανισμός European Data Protection Supervisor (“EDPS”), που είναι υπεράνω της Κύπριας Επιτρόπου την οποία και εποπτεύει, έχει εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες για προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος (whistleblowers). Το σχετικό εγχειρίδιο με τίτλο «Guidelines on processing personal information within a whistleblowing procedure” είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του EDPS στην πιο κάτω διεύθυνση:
 
https://edps.europa.eu/sites/edp/files/publication/16-07-18_whistleblowing_guidelines_en.pdf
 
Από το εγχειρίδιο, οι πολίτες θα αντιληφθούν ότι το κλίμα εκφοβισμού που προσπαθεί  να διασπείρει η Επίτροπος σε όσους θα ήθελαν να καταγγείλουν τέτοιες αξιόποινες πράξεις είναι παντελώς αντίθετο με αυτά που προωθούν οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί.
 
Μεταξύ άλλων, στο εγχειρίδιο αναφέρονται τα ακόλουθα:
 
«The most effective way to encourage staff to report concerns are to ensure them that their identity will be protected. Therefore, clearly defined channels for internal and external reporting and the protection of the information received should be in place. The identity of the whistleblower who report serious wrongdoings or irregularities in good faith should be treated with the utmost confidentiality as they should be protected against any retaliation. Their identity should never be revealed except in certain exceptional circumstances if the whistleblower authorises such a disclosure, if this is required by any subsequent criminal law proceedings, or if the whistleblower maliciously makes a false statement. In the latter case, these personal data can only be disclosed to judicial authorities.3 A statement is maliciously made if the whistleblower report activities that he/she knows are not true. If an EU institution becomes aware of the fact that a whistleblower knew that the allegation made by him/her was unsubstantiated, the responsibility lies on the institution to prove the maliciousness of the allegations.»
 
Η αναφορά της Επιτρόπου πως επειδή δεν έχει ακόμη ψηφιστεί η νομοθεσία που θα προστατεύει τους whistleblowers από δυσμενή μεταχείριση εκ μέρους των εργοδοτών τους, σημαίνει πως σήμερα θα πρέπει να αποκαλύπτονται τα ονόματά τους από τις αρμόδιες αρχές στις οποίες θα καταγγέλλουν πράξεις διαφθοράς, είναι παντελώς άστοχη και επικίνδυνη.
 
Θεωρούμε το θέμα πολύ σοβαρό, ιδίως επειδή οι παρεμβάσεις της Επιτρόπου, είναι κατά την άποψή μας αντίθετες με τον νόμο που η ίδια έχει υποχρέωση να διασφαλίζει. Η δε επιμονή της, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, να πληροφορηθεί το όνομα ενός πολίτης που είχε δώσει στην Υπηρεσία μας πληροφορίες σχετικά με υπό διερεύνηση ποινικά αδικήματα, την αφήνουν ανεπανόρθωτα εκτεθειμένη. Σχετικά με αυτά θα ενημερώσουμε τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
 
Η δικαστική απόφαση που έχουμε επικαλεστεί ημερ. 24.4.2018 ήταν μεν πρωτόδικη, αλλά επικυρώθηκε κατ’ έφεση.
 
Ο προκάτοχος της σημερινής Επιτρόπου κ. Γιάννος Δανιηλίδης έλεγε πολύ ορθά ότι «η νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν μπορεί να είναι το καταφύγιο ή κάλυψη αυτών που παρανομούν». Φαίνεται η σημερινή Επίτροπος αγνοεί αυτή τη βασική αρχή. Την αφήνουμε στην κρίση των πολιτών».
;