Άρχισε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, η κατάθεση των μαρτύρων υπεράσπισης, που παρουσίασε η πλευρά του Μητροπολίτη τέως Κιτίου, όσον αφορά στην υπόθεση καταγγελίας σε βάρος του ιερωμένου για άσεμνη επίθεση το 1981 εναντίον γυναίκας, η οποία τότε ήταν 16 ετών και 8 μηνών. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, δόθηκε περισσότερη έμφαση στο πρόγραμμα επεξεργασίας φωτογραφιών, που χρησιμοποίησε ο ένας εκ των δύο μαρτύρων, που παρουσιάστηκαν χθες στο Δικαστήριο, αλλά και στο κατά πόσο ο δεύτερος μάρτυρας γνώριζε αν υπήρχε ή όχι σύστημα ελέγχου της πόρτας, στο γραφείο του Μητροπολίτη.
Κατά την προηγούμενη δικάσιμο, ολοκληρώθηκε η αντεξέταση του Μητροπολίτη τέως Κιτίου Χρυσόστομου, κατά την οποία παρουσίασε φωτογραφίες από εφημερίδες, μετά την απελευθέρωση του από τους Τούρκους το 1989 και οι οποίες όπως είπε, δείχνουν ποιος είναι, ενώ άλλες φωτογραφίες απεικονίζουν τον ίδιο να μιλά σε πλήθος κόσμου που παρευρέθηκε για να τον υποδεχθεί, λέγοντας πως δεν υπήρχε κήπος στην Μητρόπολη και αν υπήρχε θα φαινόταν.
Στη δικάσιμο της περασμένης Τετάρτης, άρχισαν οι καταθέσεις από τους μάρτυρες υπεράσπισης, που προσκόμισε η πλευρά του Μητροπολίτη, με αυτούς να είναι ο φωτογράφος, Ανδρέας Λάρκος, που επιμελήθηκε τις φωτογραφίες που παρουσιάστηκαν στην ακροαματική διαδικασία, ώστε να τεκμηριωθεί η επίπλωση, αλλά και το χρώμα των επίπλων στο γραφείο του Μητροπολίτη και ο πατήρ Μιχαήλ Γεωργίου, που διετέλεσε οδηγός και στενός συνεργάτης του, για μία δεκαετία.
Η αντεξέταση του πατέρα Μιχαήλ ήταν έντονη, αφού η Κατηγορούσα Αρχή, δύο φορές επανέλαβε έντονα ότι ο μάρτυρας είχε παρουσιαστεί στο Δικαστήριο, ώστε να βοηθήσει τον κατηγορούμενο και όχι για να πει την αλήθεια, αφού αυτός ήταν ο ευεργέτης του, από οικονομικής απόψεως, καθώς εκείνος τον προσέλαβε ως οδηγό του. Ο πατήρ Μιχαήλ απέρριπτε τις συγκεκριμένες αναφορές κατηγορηματικά, ενώ έκανε παρατήρηση στη συνήγορο της παραπονούμενης, όπως του απευθύνεται με τον όρο «πάτερ», ζητώντας της να σεβαστεί ότι είναι κληρικός.
ΔΙΑΒΑΣΤΕΕ ΕΔΩ: Όσα λέχθηκαν στην αντεξέταση του τέως Κιτίου-«Ψεύδεται, πώς να αντιδράσω; Έλεος»
Αρχικά, ο πατήρ Μιχαήλ έτυχε εξέτασης από τον συνήγορο του Μητροπολίτη, Μιχάλη Πική, ο οποίος τον ρώτησε αρχικά που είναι ιερέας και εκείνος απάντησε στον Ιερό Ναό Φανερωμένης στη Λάρνακα. Στη συνέχεια το ρώτησε αν εργάστηκε στη Μητρόπολη Κιτίου και απάντησε ότι εργάστηκε εκεί από τον Οκτώβριο του 1980 μέχρι το 1991, ως οδηγός και στη συνέχεια ως διάκονος και οδηγός του τέως Μητροπολίτη. Υπέδειξε πως διάκονος έγινε το Νοέμβριο του 1981 και συγκεκριμένα στις 8 Νοεμβρίου και στη συνέχεια, κληθείς να αναφερθεί στα καθήκοντά του, σημείωσε ότι μέχρι το Νοέμβριο του 1981 εξυπηρετούσε ως οδηγός τον Μητροπολίτη και εργαζόταν ως τηλεφωνητής στη Μητρόπολη, ενώ από το Νοέμβριο του 1981, όταν και χειροτονήθηκε, εκτελούσε καθήκοντα ως οδηγός και προσωπικός διάκονος του Μητροπολίτη και τον συνόδευε στα μυστήρια.
Ερωτηθείς για τις ώρες εργασίας του, ανέφερε πως ως οδηγός ήταν ακαθόριστο το ωράριό του, καθώς μπορεί να πήγαιναν σε μία εκδήλωση το πρωί στη Λευκωσία και να επέστρεφαν το απόγευμα. Ως εργαζόμενος στη Μητρόπολη, οι συνήθεις ώρες ήταν από τις 7:30 μέχρι τη 1:00 το μεσημέρι και από τις 3:00 μέχρι τις 5:00. Το απογευματινό ωράριο ήταν μέχρι το 1985, όταν έπαψε η απογευματινή δουλειά.
Ερωτηθείς αν εργαζόταν και τα Σάββατα, απάντησε θετικά, μέχρι τη 1:00 και αν υπήρχαν μυστήρια κάπου εκτός της Μητρόπολης, τον πήγαινε και συμμετείχε και ο ίδιος. Τα Σάββατα, ανέφερε, πήγαινε στον Μητροπολιτικό Ναό και βοηθούσε στα μυστήρια, ως Διάκονος.
Στη συνέχεια ρωτήθηκε αν είχε κλειδί και απάντησε πως είχε, επειδή τύγχανε να είχαν εκδηλώσεις με τον Μητροπολίτη τα απογεύματα, ενώ τα Σάββατα έπρεπε να πάρει τα άμφια του από την Μητρόπολη για τον εσπερινό. Στην ερώτηση τι ώρα ήταν ο εσπερινός, υπέδειξε πως το χειμώνα ήταν στις 4:00 και το καλοκαίρι στις 6:00 και ήταν διάρκειας περίπου μίας ώρας. Ο κ. Πικής ρώτησε τον πατέρα Μιχαήλ αν μετά τη λειτουργία επέστρεφε τα άμφια του στη Μητρόπολη, με τον ίδιο να απαντά καταφατικά, καθώς υπήρχε περίπτωση να πάνε με τον Μητροπολίτη σε κάποιο άλλο ναό να λειτουργήσουν.
Συνεχίζοντας την εξέταση, ο συνήγορος υπεράσπισης ρώτησε τον ιερέα που ήταν το γραφείο του, για να λάβει την απάντηση ότι ήταν μπαίνοντας στην Μητρόπολη, αριστερά. Μετά, ο κ. Πικής αναφέρθηκε στην κα. Πόπη και κατά πόσο τη θυμόταν και ο πατήρ Μιχαήλ υπέδειξε πως ήταν η οικονόμος της Μητρόπολης και το ωράριο εργασίας της ήταν από το πρωί, μέχρι τις 7 το απόγευμα και ήταν ολόχρονα αυτό το ωράριο και τα Σάββατα, όχι μόνο καθημερινές.
Όταν ερωτήθηκε πώς το ήξερε αυτό, αφού ο ίδιος έφευγε στη 1:00, ο ιερέας απάντησε πως όταν πήγαινε τα απογεύματα του Σαββάτου να πάρει τα άμφιά του, την έβλεπε. Στη συνέχεια ρωτήθηκε αν καθημερινές οι πόρτες ήταν ανοιχτές και απάντησε θετικά, αφού εξυπηρετούσαν κόσμο τα γραφεία της Μητρόπολης, ενώ σε ερώτηση ποιος άνοιγε μετά τις ώρες εργασίας, απάντησε ότι δεν θυμάται αν υπήρχε κουδούνι, αφού ο ίδιος είχε κλειδί και μάλιστα κάθε φορά που έμπαινε, η κα. Πόπη του φώναζε «ποιος είναι;», αφού η ίδια δεν είχε οπτική επαφή με την πόρτα. Ανέφερε, δε, ότι ο εσπερινός γινόταν κάθε Σάββατο.
Η σχέση του με τον Μητροπολίτη
Ο συνήγορος υπεράσπισης τον ρώτησε πόσο συχνή επαφή είχαν, με τον ιερέα να απαντά καθημερινή και ότι έμπαινε στο γραφείο του. Ερωτήθηκε για το γραφείο του Μητροπολίτη και την επίπλωσή του και απάντησε πως ήταν απέναντι από τη σκάλα και εκεί υπήρχε ένας μπεζ, κλαδωτός καναπές, αριστερά της πόρτας και απέναντι είχε δύο πολυθρόνες στο ίδιο χρώμα και η καρέκλα του γραφείου ήταν μπεζ κλαδωτή. Ερωτηθείς αν υπήρχε βυσινοκόκκινα έπιπλα, ο ίδιος απάντησε πως όσο καιρό εργαζόταν στη Μητρόπολη δεν υπήρχαν έπιπλα σε αυτή την απόχρωση, ούτε στο γραφείο, ούτε κάπου αλλού στη Μητρόπολη. Τα είδε μετά την ανακαίνιση.
Στη συνέχεια, ο κ. Πικής του έδειξε μία φωτογραφία, στην οποία απεικονιζόταν ο ίδιος και τα παιδιά του. Όπως εξήγησε ήταν από τις 12/1/1998, στο γραφείο του Μητροπολίτη, με τον καναπέ που υπήρχε. Ο συνήγορος υπεράσπισης σημείωσε πως τα παιδιά στη φωτογραφία φαίνονταν να λαμβάνουν κάποιο δώρο και ο ιερέας υποστήριξε πως τα έδωσε ο Μητροπολίτης και τη φωτογραφία έβγαλε ο ίδιος ο Μητροπολίτης με φωτογραφική του πατέρα Μιχαήλ, την οποία παρέδωσε στη συνέχεια στο Μητροπολίτη. Η εν λόγω φωτογραφία κατατέθηκε ως τεκμήριο.
Ερωτηθείς για ποιο λόγο έδωσε τη φωτογραφία στον Μητροπολίτη, εξήγησε ότι ως Μητρόπολη είχαν αρχείο φωτογραφιών και αποφάσισε να τη δώσει μόνος του, χωρίς να τη ζητήσει ο Μητροπολίτης. Κληθείς να απαντήσει κατά πόσο τον ρώτησε ο Μητροπολίτης για το χρώμα του καναπέ, ο πατήρ Μιχαήλ απάντησε πως τον πήρε τηλέφωνο και τον ρώτησε αν θυμάται τι χρώμα ήταν η επίπλωση στο γραφείο του. Του απάντησε πως μέχρι τη μέρα που έφυγε ήταν μπεζ κλαδωτά και του πήρε τη φωτογραφία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Οι παρεμβάσεις και το «λέει ψέματα» του τέως Κιτίου στη δίκη-Καταθέτει ενόρκως
Στη συνέχεια, του ζητήθηκε να επεξεργαστεί κάποιες φωτογραφίες που κατατέθηκαν ως τεκμήρια και αν αναγνωρίζει το χώρο και είπε ότι ήταν το γραφείο του Μητροπολίτη και ήταν με την ίδια σύνθεση μέχρι που έφυγε. Η απάντησή του στην ερώτηση κατά πόσο υπήρχε πόρτα πίσω από το γραφείο του Μητροπολίτη ήταν αρνητική, ενώ στην ερώτηση αν υπήρχαν και αλλού μπεζ κλαδωτά έπιπλα στη Μητρόπολη, ήταν ότι υπήρχαν στο δωμάτιο που χρησιμοποιείτο για εκκλησιαστικό δικαστήριο. Συνεχίζοντας, υπέδειξε πως βυσσινοκόκκινα έπιπλα δεν υπήρχαν στη Μητρόπολη τη δεκαετία που εργαζόταν ο ίδιος εκεί.
Στη συνέχεια, του δόθηκαν φωτογραφίες, που απεικονίζουν τη Μητρόπολη όπως είναι σήμερα και το γραφείο του Μητροπολίτη, μετά την ανακαίνιση. Όπως εξήγησε ο ίδιος, εκεί που τώρα υπάρχει ένα άνοιγμα, τότε ήταν τοίχος και εκεί που είναι σήμερα το γραφείο του, πιθανό να ήταν το υπνοδωμάτιο, ωστόσο δεν μπορούσε να το πει με σιγουριά.
Στη συνέχεια, η κατάθεση έφτασε στο σύστημα απομακρυσμένου ελέγχου της πόρτας του γραφείου του Μητροπολίτη.
Συν. Υπεράσπισης: Αν θυμάστε, στο γραφείο του Μητροπολίτη, τη δεκαετία που εργαζόσασταν εκεί, είχε απομακρυσμένο σύστημα εισόδου και εξόδου;
Πατήρ Μιχαήλ: Όχι, δεν υπήρχε.
Συν. Υπεράσπισης: Σας ρώτησε ο Μητροπολίτης αν υπήρχε σύστημα απομακρυσμένου ελέγχου της πόρτας;
Πατήρ Μιχαήλ: Με ρώτησε αν θυμάμαι και του είπα «όχι, δεν θυμάστε που χτυπούσαμε και ανοίγαμε με το χέρι;».
Συν. Υπεράσπισης: Κατά το χρόνο που εργαζόσασταν στη Μητρόπολη, θυμάστε αν υπήρχε κήπος μπροστά στη Μητρόπολη;
Πατήρ Μιχαήλ: Όχι δεν υπήρχε. Εκείνο που θυμάμαι είναι στέκοντας προς την έξοδο του δρόμου, αριστερά υπήρχε μια κληματαριά και αριστερά δυο μανταρινιές.
Συν. Υπεράσπισης: Εκεί που σήμερα είναι ο κήπος της Μητρόπολης…
Πατήρ Μιχαήλ: Ήταν χώμα.
Στη συνέχεια, ρωτήθηκε πότε έφυγε από τη Μητρόπολη και απάντησε ότι έφυγε όταν διορίστηκε στην εκκλησία της Φανερωμένης και στην ερώτηση κατά πόσο διατηρούσε επαφή με τον Μητροπολίτη, απάντησε θετικά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Η κατάθεση της παραπονούμενης στη δίκη του τέως Κιτίου-«Δεν με νοιάζουν οι αποζημιώσεις»
Έντονη η αντεξέταση του μάρτυρα
Η αντεξέταση του πατέρα Μιχαήλ, από την Κατηγορούσα Αρχή ήταν αρκετά έντονη, τόσο όσον αφορά στην βεβαιότητα κάποιων απαντήσεών του, όσο και για τα όσα του καταλόγισε η συνήγορος της παραπονούμενης. Αρχικά η Κατηγορούσα Αρχή τον ρώτησε πώς πήρε τη θέση του οδηγού και ο ίδιος υπέδειξε πως γνώριζε προσωπικά τον Μητροπολίτη, επειδή σκόπευε να ιερωθεί, ενώ είχε φοιτήσει και στην Ιερατική Σχολή, από το 1978-1980. Όταν άκουσε ότι ήθελαν οδηγό, πήγε.
Από την πρώτη στιγμή της διαδικασίας, η Κατηγορούσα Αρχή άρχισε να του καταλογίζει ότι πήγε στο Δικαστήριο, με σκοπό να βοηθήσει τον κατηγορούμενο και όχι για να πει την αλήθεια.
ΚΑ: Η σχέση σας ήταν πολύ καλή και είναι μέχρι και σήμερα. Θα μπορούσε να πει κάνεις ότι είσαστε όπως το παιδί του, επειδή εργαστήκατε κοντά του ως οδηγός, ως διάκονος και σας χειροτόνησε.
Πατήρ Μιχαήλ: Μάλιστα
ΚΑ: Θα έλεγα ότι έχετε ευεργετηθεί από τον κατηγορούμενο.
Πατήρ Μιχαήλ: Εξαρτάται. Για τον τίτλο του Οικονόμου, έκανα πολλούς αγώνες για την ανέγερση της εκκλησίας της Φανερωμένης και ήθελε να μου δώσει ένα Κομφίκιο.
Στη συνέχεια, η Κατηγορούσα Αρχή εστίασε στα καθήκοντά του ως οδηγός, με τον πατέρα να διευκρινίζει πως μέχρι το Νοέμβριο του 1981 ήταν οδηγός ως λαϊκός και από τότε μέχρι το 1990, ήταν και διάκονος και οδηγός. Η Κατηγορούσα Αρχή εστίασε τις ερωτήσεις της μέχρι το 1981, ζητώντας διευκρινίσεις για το ωράριό του, με τον ιερέα να αναφέρει πως τις Κυριακές πήγαινε το πρωί στις 6:30 στη Μητρόπολη, για να ετοιμάσει το αυτοκίνητο και να μεταφέρει τον Μητροπολίτη στο ναό, όπου θα τελούσε Λειτουργία. Στη συνέχεια, μέχρι τις 11:00, που διαρκούσε η Λειτουργία, είτε τον μετέφερε πίσω στη Μητρόπολη, είτε περίμενε να τελειώσει το γεύμα του στο σπίτι του ιερέα της εκάστοτε κοινότητας. Αν έπρεπε να παραστεί σε κάποιο μυστήριο το απόγευμα ο Μητροπολίτης, επέστρεφε στη Μητρόπολη και τον έπαιρνε, αφού με την επιστροφή τους από την πρωινή Λειτουργία, ο ίδιος πήγαινε στο σπίτι του.
Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε διευκρινίσεις για το 7:30-5:00 που είχε αναφέρει, με τον ιερέα να τονίζει πως πριν χειροτονηθεί ήταν υπάλληλος στη Μητρόπολη και απαντούσε τηλέφωνα και στην ερώτηση αν αυτό ήταν το ωράριό του, απάντησε θετικά. Σε ερώτηση για το ωράριο του Σαββάτου, υπέδειξε πως μετά τη 1:00 έφευγε, μέχρι τις 4:00 που επέστρεφε για τον εσπερινό, ενώ αν έπρεπε να πάρει το Μητροπολίτη σε κάποιο μυστήριο εκτός Μητρόπολης, πήγαινε πιο νωρίς για να ετοιμαστεί.
Ερωτηθείς αν έλειψε κάποιο Σάββατο, ο ίδιος ανέφερε πως δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν έλειψε, ενώ στη συνέχεια η Κατηγορούσα Αρχή τον ρώτησε για την κα. Πόπη και που βρισκόταν όταν εκείνος έμπαινε στη Μητρόπολη και του φώναζε κάθε φορά, για να απαντήσει πως η οικονόμος βρισκόταν στην κουζίνα. Τότε, υπέδειξε μέσω φωτογραφίας, που βρισκόταν η κουζίνα, τονίζοντας πως ήταν ευθεία από τη είσοδο στη Μητρόπολη.
ΚΑ: Εγώ σας λέω ότι υπήρχε απόσταση από την κυριά είσοδο μέχρι την κουζίνα και δεν σας άκουγε.
Πατήρ Μιχαήλ: Όταν ξεκλειδώνει η πόρτα και ανοίγει, κάνει θόρυβο.
ΚΑ: Αυτή η υπερβολή που λέτε τώρα, είναι για να βοηθήσετε τον κατηγορούμενο.
Πατήρ Μιχαήλ: Ορκίστηκα να πω την αλήθεια στο Ευαγγέλιο και στην ιεροσύνη μου.
ΚΑ: Δεν ήρθατε για να πείτε την αλήθεια. Ήρθατε για να βοηθήσετε τον οικονομικό σας ευεργέτη.
Πατήρ Μιχαήλ: Δεν είναι οικονομικός μου ευεργέτης. Πληρωνόμουν από τη Μητρόπολη.
ΚΑ: Ναι, αλλά ο κατηγορούμενος σας προσέλαβε.
Πατήρ Μιχαήλ: Εκείνος ήταν αρμόδιος.
ΚΑ: Λέω ότι είναι αδύνατο να θυμάσαι ότι όλα αυτά τα Σάββατα, κάθε φορά, η κα. Πόπη ήταν εκεί.
Πατήρ Μιχαήλ: Ήταν πάντα εκεί.
ΚΑ: Δεν έτυχε να αρρωστήσει ποτέ;
Πατήρ Μιχαήλ: Δεν έτυχε.
ΚΑ: Δεν έτυχε να μην είναι εκεί;
Πατήρ Μιχαήλ: Μιλάτε για μια υπόθεση για μια τριακονταετία. Δεν μπορώ να θυμάμαι αν έλειπε.
ΚΑ: Γιατί το αποκλείσατε ότι δεν αρρώστησε ποτέ; Ήσασταν κατηγορηματικός. Πώς γίνεται αυτό;
Πατήρ Μιχαήλ: Καταρχάς, είμαι πάτερ. Να μου απευθύνετε το λόγο με αυτό τον τίτλο. Δεν θυμάμαι να έλειπε ποτέ.
Στη συνέχεια, η Κατηγορούσα Αρχή ρώτησε αν έπαιρνε τα άμφια του από το ισόγειο, με τον ίδιο να απαντά καταφατικά, με την συνήγορο της παραπονούμενης να αναφέρει πως έτσι δεν μπορούσε να ξέρει ποιος ήταν στο γραφείο του Μητροπολίτη, που ήταν στον πρώτο όροφο. Στη συνέχεια, η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε από τον ιερέα να απαντήσει αν στο χώρο του γραφείου υπήρχε τραπεζάκι, με τον ίδιο να απαντά ότι υπήρχε.
Η εισοχή στον τοίχο
Η Κατηγορούσα Αρχή, συνεχίζοντας την αντεξέταση, ζήτησε από τον μάρτυρα να μελετήσει τη φωτογραφία που απεικόνιζε τον ίδιο και μία άλλη που είχε κατατεθεί ως τεκμήριο και που ο ίδιος ανέφερε πως λήφθηκαν από τον ίδιο χώρο. Του ζήτησε να εξηγήσει πως εξηγεί το γεγονός ότι, βλέποντας τα δύο τεκμήρια, πίσω από το Μητροπολίτη υπάρχει τοίχος, στη μία φωτογραφία, ενώ στην άλλη υπάρχει εισοχή, με τον ιερέα να υποστηρίζει πως εκεί που είναι η εισοχή στη μία φωτογραφία, στην άλλη ήταν οι ράβδοι. Η Κατηγορούσα Αρχή του απάντησε πως οι ράβδοι φαίνονται μπροστά και στη συνέχεια του υπέδειξε πως υπάρχουν διαφορές και στο πάτωμα, με τον ιερέα να αναφέρει πως στη μία φωτογραφία υπάρχει χαλί γκρίζο και βλέπει πανομοιότυπο το πάτωμα.
ΚΑ: Εγώ σου λέω το βλέπεις πανομοιότυπο, επειδή έχεις σκοπό να βοηθήσεις τον κατηγορούμενο. Ξέρεις τι κατηγορίες αντιμετωπίζει, για άσεμνη επίθεση και ξέρεις ότι αν καταδικαστεί, θα καθαιρεθεί
Πατήρ Μιχαήλ: Αν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, τι θα κερδίσω και τι θα χάσω;
Η Κατηγορούσα Αρχή ρώτησε τον ιερέα κατά πόσο ο κατηγορούμενος είχε άλλο γραφείο, με το μάρτυρα να απαντά ότι αυτό που χρησιμοποιούσε ήταν εκείνο που απεικονιζόταν στις φωτογραφίες.
ΚΑ: Φαίνεται από τις φωτογραφίες ότι δεν λήφθηκαν στον ίδιο χώρο και καταδεικνύει ότι τα έπιπλα που είχε και συγκεκριμένα ο κλαδωτός καναπές, μετακινείτο και η θέση μου είναι ότι κατά τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο, Δεκέμβριο του 1981 στο γραφείο του υπήρχε βυσσινοκόκκινος καναπές.
Πατήρ Μιχαήλ: Όχι.
ΚΑ: Γιατί είσαι κατηγορηματικός;
Πατήρ Μιχαήλ: Επειδή εργάστηκα εκεί τόσα χρόνια.
Η Κατηγορούσα Αρχή, συνεχίζοντας, ζήτησε να μάθει πότε δόθηκε αντίγραφο της φωτογραφίας, που κατείχε ο ίδιος, στον κατηγορούμενο, με το μάρτυρα να απαντά όταν τον πήρε τηλέφωνο και τον ρώτησε για την επίπλωση του γραφείου του, πριν από 2-3 μήνες.
ΚΑ: Πριν από το καλοκαίρι ή μετά;
Πατήρ Μιχαήλ: Δεν θυμάμαι.
ΚΑ: Είναι επιλεκτική η μνήμη σας και θυμάστε αυτά που συμφέρουν εσάς και τον κατηγορούμενο.
Πατήρ Μιχαήλ: Όχι.
Έντονο σημείο της αντεξέτασης του μάρτυρα ήταν και όταν κλήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή να απαντήσει για το σύστημα απομακρυσμένου ελέγχου της πόρτας.
ΚΑ: Έχετε αποκλείσει να υπάρχει σύστημα απομακρυσμένου ελέγχου της πόρτας στο γραφείο του Μητροπολίτη.
Πατήρ Μιχαήλ: Μέχρι τότε που έφυγα, δεν υπήρχε.
ΚΑ: Επιθεώρησες το γραφείο του;
Πατήρ Μιχαήλ: Όχι, κάθε μέρα που πήγαινα, χτυπούσα και έμπαινα.
ΚΑ: Συμπεραίνεις ότι δεν υπήρχε αυτό το σύστημα, επειδή χτυπούσες και έμπαινες.
Πατήρ Μιχαήλ: Μέχρι τη δεκαετία που ήμουν, δεν υπήρχε.
ΚΑ: Που το ξέρεις;
Πατήρ Μιχαήλ: Όταν συνόδευα κάποιο επίσημο, χτυπούσα την πόρτα και έμπαινα.
Στη συνέχεια, ο συνήγορος υπεράσπισης προσπάθησε να υποβάλει κάποιες ερωτήσεις προς το μάρτυρα, ωστόσο η Κατηγορούσα Αρχή επέβαλε ενστάσεις, αναφέροντας πως με τις ερωτήσεις του, ο κ. Πικής προσπαθούσε να εισάγει νέα μαρτυρία. Το Δικαστήριο έκανε δεκτές τις ενστάσεις.
Η επαναφορά χρωμάτων στις φωτογραφίες και ο ρόλος του Photoshop
Στην κατάθεσή του, ο φωτογράφος δήλωσε πως ασκεί το επάγγελμα του από το 1969. Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, αλλά και της αντεξέτασης από την Κατηγορούσα Αρχή, δόθηκε περισσότερη έμφαση στο πρόγραμμα Photoshop, με το οποίο επεξεργάστηκε τις φωτογραφίες, ώστε να κατατεθούν στο δικαστήριο, αλλά και στο κατά πόσο μπορεί να δοθεί χρώμα σε μία φωτογραφία που παλαιότερα ήταν μαυρόασπρη, μέσω του Photoshop.
Αρχικά, ερωτήθηκε από τον συνήγορο του Μητροπολίτη, Μιχάλη Πική, κατά πόσο ασκεί το επάγγελμα σήμερα, απαντώντας πως πλέον το ασκεί περιστασιακά και το φωτογραφείο του, το έχει παραδώσει στα παιδιά του. Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσο γνώριζε τον Μητροπολίτη, ο κ. Λάρκο απάντησε ότι τον γνώριζε και συγκεκριμένα η πρώτη γνωριμία έγινε πριν την πρώτη αποστολή του Μητροπολίτη στην Κένυα, όταν έπεσε το αεροπλάνο της Ήλιος, το 2005.
Στη συνέχεια, ο κ. Πικής έθεσε ενώπιον του μάρτυρα τεκμήρια, που ήταν φωτογραφίες με τον κατηγορούμενο στο γραφείο του, ρωτώντας τον κατά πόσο έχει προβεί σε κάποια επεξεργασία των φωτογραφιών, με τον μάρτυρα να απαντά ότι έχει προβεί σε αποκατάσταση χρώματος. Όπως εξήγησε στη συνέχεια και μετά από υπόδειξη της υπεράσπισης, ως φωτογράφος δούλευε με το Photoshop, στο οποίο υπάρχει η εντολή autocolor, με το οποίο επεμβαίνει κάποιος στη φωτογραφία και επαναφέρει τα χρώματά της, κάποτε άρτια, κάποτε λιγότερο καλά και κάποτε καθόλου.
Ερωτηθείς για τη φωτογραφία που κατατέθηκε στο Δικαστήριο, αν έχουν επανέλθει τα χρώματα, ο κ. Λάρκος σημείωσε ότι επανήλθαν, αλλά όχι στην αρχική τους μορφή και όταν τον ρώτησε ο κ. Πικής για ποιο λόγο χρειάστηκε να γίνει η αποκατάσταση των χρωμάτων, ο κ. Λάρκος υπέδειξε ότι το έκαναν για να δουν πώς ήταν οι φωτογραφίες (σ.σ. επρόκειτο για δέσμη φωτογραφιών που κατατέθηκαν ως ένα τεκμήριο) την ημέρα που τραβήχτηκαν.
Στη συνέχεια, ερωτήθηκε από τον συνήγορο του τέως Μητροπολίτη για ποιο λόγο κάποιες από τις φωτογραφίες είναι κιτρινιασμένες και απάντησε ότι γι’ αυτό ευθύνεται ο χρόνος που έχει παρέλθει από την ημέρα που τραβήχτηκε, αλλά και η θερμοκρασία του χώρου, στον οποίο φυλάσσονται. Εξήγησε, δε, ότι με το πέρασμα του χρόνου, τα χρώματα στις φωτογραφίες αλλοιώνονται, ακόμη και στις μαυρόασπρες, που γίνονται καφές.
Ο κ. Πικής, στη συνέχεια, ρώτησε τον μάρτυρα πόσο καλά γνωρίζει το πρόγραμμα Photoshop και πόσο καιρό ασχολήθηκε με το συγκεκριμένο, με τον κ. Λάρκο να απαντά ότι ασχολείται με αυτό γύρω στα 20 χρόνια ή μπορεί και παραπάνω. Η πλευρά της υπεράσπισης του κατηγορουμένου ρώτησε τον φωτογράφο αν προέβη ξανά στη συγκεκριμένη πρακτική, όσον αφορά στην επεξεργασία χρωμάτων και ο ίδιος ανέφερε πως όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα και επιτράπηκε η μετακίνηση στα κατεχόμενα, όταν έδωσαν οι Τούρκοι στους Ελληνοκύπριους φωτογραφίες που είχαν φυλάξει, τότε προέβη σε επεξεργασία χρωμάτων σε χιλιάδες φωτογραφίες.
Στη συνέχεια, ο κ. Πικής ζήτησε να ρωτήσει αν πρόκειται για πρόγραμμα στον υπολογιστή, με την απάντηση του κ. Λάρκου να είναι θετική και μετά θέλησε να μάθει που βρίσκονται τα μηχανήματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για να κάνουν την επεξεργασία. Ο κ. Λάρκος απάντησε ότι βρίσκονται στο κατάστημά του, που πλέον λειτουργούν τα παιδιά του.
Μετά, ο συνήγορος υπεράσπισης ζήτησε όπως η δέσμη φωτογραφιών, που παρουσιάστηκε κατατεθεί ως νέο τεκμήριο, αφού αρχικά ήταν προς αναγνώριση του τεκμηρίου 18 και μετά έδειξε στον μάρτυρα μία φωτογραφία, ρωτώντας τον αν είναι μεγέθυνσης άλλης φωτογραφίας και αν είναι αυτή που ζήτησε ο ίδιος, με την απάντηση του φωτογράφου να είναι θετική. Τότε, ο κ. Πικής ζήτησε εκ νέου να κατατεθεί ως νέο τεκμήριο με τον αριθμό ως 26 και εξήγησε πως ο λόγος που ζητήθηκε η μεγέθυνση ήταν για να φανεί καλύτερα και το χρώμα της ταπετσαρίας του γραφείου, στο οποίο κάθεται ο Μητροπολίτης.
Παίρνοντας άλλα τεκμήρια, που είχαν κατατεθεί παλαιότερα, ζήτησε από τον κ. Λάρκο να τις παρατηρήσει, αφού έδειχναν ένα βυσινοκόκκινο καναπέ, ρωτώντας τον στη συνέχεια αν εκείνος τις ετοιμάσε μετά από αίτημα της υπεράσπισης, με τον φωτογράφο να απαντά θετικά.
«Μία ασπρόμαυρη φωτογραφία δεν μπορεί να αποκτήσει χρώμα»
Κατά τη διάρκεια της αντεξέτασης από την Κατηγορούσα Αρχής, ζητήθηκε όπως εξηγήσει τη διαδικασία επαναφοράς του χρώματος στο Photoshop, με την συνήγορο της παραπονούμενης να αναφέρει πως δική της αντίληψη είναι ότι το εν λόγω πρόγραμμα σκανάρει φωτογραφίες. Τότε, ο κ. Λάρκος εξήγησε ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει και απλά επεξεργάζεται τις φωτογραφίες, με διάφορες εφαρμογές. Μία εξ αυτών και το autocolor, που επαναφέρει κατά το δυνατό το χρώμα στις φωτογραφίες, εκτός και αν είναι αρκετά ταλαιπωρημένες.
Ερωτηθείς από την Κατηγορούσα Αρχή πώς θα χαρακτήριζε τις φωτογραφίες που του έθεσε ενώπιον του η υπεράσπιση, αν ήταν ταλαιπωρημένες, ο κ. Λάρκου υπέδειξε ότι για εκείνο είναι μονόχρωμες. Εξήγησε ότι του είχαν πει ότι είναι έγχρωμες, αλλά δεν μπορεί να πει αν ήταν μαυρόασπρες, επειδή πλέον είναι καφέ και κάποτε ήταν έγχρωμες. Υπέδειξε πως αν ήταν ασπρόμαυρες οι συγκεκριμένες φωτογραφίες, τότε κατά την επαναφορά χρώματος θα ήταν και πάλι μαυρόασπρες. Για τις συγκεκριμένες φωτογραφίες, υπέδειξε πως επειδή ήταν έγχρωμες, με το Photoshop, πήραν κάποια ζωή.
Τότε, η Κατηγορούσα Αρχή του υπέδειξε πως η πληροφόρηση που είχε ήταν λανθασμένη και πως οι συγκεκριμένες φωτογραφίες δεν ήταν έγχρωμες και τον ρώτησε αν μπορεί να το αποκλείσει. Ο κ. Λάρκος σημείωσε πως δεν είναι εφικτό αυτό και έκανε αναφορά σε ένα περιστατικό που του συνέβη, όταν του έδωσαν μία ασπρόμαυρη φωτογραφία και του ζήτησαν να βάλει χρώμα, με την πληροφορία ότι όταν τραβήχτηκε ήταν έγχρωμη. Όταν έκανε τη διαδικασία με το autocolor, δεν μπορούσε να βάλει χρώμα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κάνει αυτό που ζήτησαν.
Όταν τον ρώτησε η Κατηγορούσα Αρχή αν μπορεί να το αποκλείσει, απάντησε πως ναι και εξήγησε ξανά πως δεν μπορεί να μπει χρώμα σε μαυρόασπρη φωτογραφία. Αναφερόμενος στο πρόγραμμα που χρησιμοποίησε, υπογράμμισε πως δεν έχει μυαλό για να αποφασίσει από μόνο του αν μπαίνουν χρώματα σε αυτά που απεικονίζονται στις φωτογραφίες και είναι κατασκευασμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να επαναφέρει χρώμα, όχι να προσθέτει.
Εξήγησε, στη συνέχεια, ότι υπάρχουν φωτογραφίες που δεν μπορούν να επανέλθουν τα χρώματα και χρησιμοποίησε δύο φωτογραφίες που έχουν κατατεθεί ως τεκμήρια για να εξηγήσει πως στη μία δεν έχει επαναφέρει πλήρως το χρώμα το πρόγραμμα και στην άλλη επενέβη πιο σωστά. Αυτό ήταν λόγω της ταλαιπωρίας που υπέστη η πρώτη φωτογραφία, αφού ήταν μεγαλύτερη από την άλλη και δεν μπορούσε να λειτουργήσει αποτελεσματικά το πρόγραμμα.
Η επόμενη δικάσιμος ορίστηκε για τις 5 Δεκεμβρίου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: