Πέθανε την Παρασκευή (31/10) σε ηλικία 73 ετών ο πρώην πρωθυπουργός της Αλβανίας, Φάτος Νάνο, έπειτα από σύντομη νοσηλεία.
Ο Φάτος Νάνο είχε ιδρύσει το Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1992 και ήταν ηγέτης του έως το 2005, οπότε και αποχώρησε από την πολιτική και διετέλεσε τρεις φορές πρωθυπουργός της Αλβανίας. Οδηγήθηκε στη φυλακή για διαφθορά, με τον ίδιο αλλά και τους υποστηρικτές του να υποστηρίζουν πως η δίωξή του ήταν πολιτικά υποκινούμενη. Υπήρξε επίσης και ο πολιτικός που επέβλεψε την πρώτη ειρηνική μετάβαση εξουσίας στην Αλβανία, χωρίς μαζική βία ή εκτεταμένες κοινωνικές αναταραχές.
Η πολιτική του σταδιοδρομία
Ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία τον Δεκέμβριο του 1990, όπου για πρώτη φορά διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Υπουργών. Τον Ιανουάριο του 1991 προήχθη στη θέση του Αντιπροέδρου, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του Αντίλ Τσαρτσάνι. Η πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων σε διάφορες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης ανάγκασε τον Πρόεδρο Ραμίζ Αλία να απομακρύνει σταδιακά την παλιά κομμουνιστική νομενκλατούρα από την εξουσία και την κυβέρνηση, οπότε στα τέλη Φεβρουαρίου 1991 ο Αλία όρισε τον Νάνο πρωθυπουργό της μεταβατικής κυβέρνησης με σκοπό τη διοργάνωση των πρώτων μετακομμουνιστικών δημοκρατικών εκλογών στη χώρα που έγιναν εκείνη τη χρονιά και την προετοιμασία της μετάβασης της χώρας προς μια φιλελεύθερη δημοκρατία και μία οικονομία της αγοράς.
Οι βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 31 Μαρτίου 1991, όπου το Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας κέρδισε την πλειοψηφία. Ο Ραμίζ διόρισε για δεύτερη φορά τον Νάνο στη θέση του πρωθυπουργού.Ωστόσο, η νέα κυβέρνησή του δεν κράτησε περισσότερο από την πρώτη μιας και μία εβδομάδα μετά η Γενική Απεργία που διοργάνωσαν τα ανεξάρτητα σωματεία, τον ανάγκασε να παραιτηθεί δύο εβδομάδες αργότερα. Το 10ο Συνέδριο του Κόμματος Εργασίας πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1991, στο οποίο ελήφθησαν τρεις σημαντικές αποφάσεις. Αρχικά άλλαξε το όνομα του κόμματος, από Κόμμα Εργασίας σε Σοσιαλιστικό Κόμμα, απομακρύνοντας όλα τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου και στη συνέχεια εξέλεξε τον Νάνο ως νέο ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος στις 12 Ιουνίου 1991.
Όταν το Δημοκρατικό Κόμμα της Αλβανίας κέρδισε τις κοινοβουλευτικές εκλογές της 22ας Μαρτίου 1992, το Κοινοβούλιο σχημάτισε επιτροπή στις αρχές του 1993 για να διερευνήσει τη δραστηριότητα του Φατός Νάνο για φερόμενη διαφθορά και κατάχρηση με τη διαχείριση ανθρωπιστικής βοήθειας από το ιταλικό κράτος κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης που διήρκεσε από το 1990 έως τις αρχές του 1992. Αυτός ήταν ένας εκλεπτυσμένος τρόπος για να φυλακιστεί ο Νάνο εξαιτίας της έντονης αντίθεσής του προς τα αυταρχικά σημεία του Προέδρου Σαλί Μπερίσα και λόγω της αναποτελεσματικότητας και της αδυναμίας της κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Αλεξάντερ Μέκσι, να πραγματοποιήσει αποτελεσματικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ο Νάνο είχε δίκιο σε αυτό, επειδή η κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος επέτρεψε τα περίφημα σχήματα Πόντσι (γνωστά ως σκάνδαλο των πυραμίδων στην Αλβανία) που οδήγησαν στην αναταραχή του 1997, όπου η πλειοψηφία των Αλβανών έχασε τις αποταμιεύσεις της, αντί για αποτελεσματικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Στις 27 Ιουλίου 1993, το Αλβανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε το αίτημα του γενικού εισαγγελέα Αλούς Ντραγκόσι να καταργήσει τη νομοθετική ασυλία του Νάνο. Στις 30 Ιουλίου 1993, ο Νάνο συνελήφθη στο γραφείο του εισαγγελέα και κατηγορήθηκε για «κατάχρηση εξουσίας και παραποίηση των επίσημων εγγράφων σχετικά με την ιταλική ενίσχυση» μετά τη χρήση ενός μόνο προμηθευτή, ο οποίος υπερχρέωσε και παρέδωσε τρόφιμα τα οποία ήταν ακατάλληλα για κατανάλωση. Στις 3 Απριλίου 1994, ο Νάνο καταδικάστηκε σε δώδεκα χρόνια φυλάκισης. Ένα αίτημα αποφυλάκισης του Νάνο υπογεγραμμένο από 700 χιλιάδες άτομα στάλθηκε στον Πρόεδρο Μπερίσα.
Ο Νάνο θεωρήθηκε πολιτικός κρατούμενος από το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αλβανίας, τη Διεθνή Αμνηστία, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (πρώην Παρατηρητήριο του Ελσίνκι), τη Διακοινοβουλευτική Ένωση και άλλες ομάδες. Χρησιμοποιούσε την πρώην σύζυγό του Ρετζίνα Νάνο ως μεσολαβητή για να στείλει οδηγίες στην ηγεσία του κόμματος, μερικές φορές προφορικά, μερικές φορές σε γραπτή μορφή.Μετά τη φυλάκιση, ο Νάνο αποφάσισε ότι το κόμμα θα πρέπει να έχει στην ηγεσία του τρεις αντιπροέδρους και έναν γενικό γραμματέα για να συνεχίσει την πολιτική του μάχη.
Μετά την απόρριψη του αναθεωρημένου Αλβανικού Συντάγματος από το δημοψήφισμα του 1994οι εξωτερικές σχέσεις μεταξύ Αλβανίας, Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών άρχισαν να επιδεινώνονται λόγω των αυταρχικών συμπεριφορών του Προέδρου Μπερίσα στα θέματα του κράτους. αλλά ήταν επίσης επιφυλακτικοί για τις ικανότητες της ηγεσίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος να κυβερνήσει τη χώρα, σε περίπτωση που το Σοσιαλιστικό Κόμμα επρόκειτο να κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές του 1996. Οι ξένοι διπλωμάτες εξέφρασαν επίσης την ανησυχία τους για την ουδέτερη στάση που είχε η σοσιαλιστική ηγεσία (εκτός από τον Νάνο) για τον Ενβέρ Χότζα και τη θετική στάση απέναντι στον μαρξισμό-λενινισμό, που εφαρμοζόταν στο πρόγραμμα και στο καθεστώς του κόμματος από τον Σερβέτ Πελούμπι. Αποκάλεσαν τη σοσιαλιστική ηγεσία (εκτός από τον Νάνο, που δεν ήταν συνεργάτης του Εργατικού Κόμματος) ως «δεινόσαυρους από την παλιά εποχή».
Το 1996, ο Νάνο έγραψε μια επιστολή του στο 2ο Συνέδριο του Κόμματος (Keshilli i Pergjithshem Drejtues), που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο-Αύγουστο του 1996, για να ξεκινήσει μια «Κίνηση για Συζήτηση» με σκοπό να απομακρύνει από τις κορυφαίες θέσεις του κόμματος οποιονδήποτε συνδεόταν με οποιονδήποτε τρόπο με το Κόμμα Εργασίας, μιας και ο Νάνο πίστευε ότι οι κορυφαίες θέσεις, δηλαδή η ηγεσία του κόμματος, έπρεπε να κατέχονται από διανοούμενους, όπως ο Ρετζέπ Μεϊντάνι, ο Παντέλι Μάικο, ο Καστριότ Ισλάμι κλπ. Αυτό ήταν επιτακτικό επειδή ήταν μέρος της συνεχιζόμενης διαδικασίας μεταρρύθμισης του κόμματος προκειμένου να ενταχθεί στη Σοσιαλιστική Διεθνή και στο Κόμμα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Η «Κίνηση για Συζήτηση», που κάλεσε ο Νάνο, απαίτησε επίσης την εφαρμογή των συστάσεων που διατύπωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την επίλυση της πολιτικής και θεσμικής κρίσης, ως επίσημη στάση του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ακόμη απαίτησε πως το Συνέδριο θα έπρεπε να αφαιρέσει τις μαρξιστικές και κρατιστικές έννοιες από το καταστατικό και το πρόγραμμα του κόμματος,να αρνηθεί τον Βλαντίμιρ Λένιν και την Κομιντέρν και να αποκαταστήσει τον Καρλ Κάουτσκι και τη Δεύτερη Διεθνή. Η πρόταση υποστηρίχθηκε από την πλειοψηφία των σοσιαλιστών μελών αλλά και από την κοινωνία των πολιτών και εγκρίθηκε ως συνέπεια του συνεδρίου.
Το 1997, η κατάρρευση των σχημάτων Πόντσι σηματοδότησε την έναρξη μιας ένοπλης λαϊκής εξέγερσης κατά του Προέδρου Μπερίσα, ο οποίος αναγκάστηκε να παραιτηθεί τον Ιούλιο του 1997.Ο Μπερίσα κήρυξε πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές στις 29 Ιουνίου και κήρυξε γενική αμνηστία σε όλους τους κρατούμενους τον Μάρτιο του 1997. Ο Νάνο αποφυλακίστηκε[35] και κρίθηκε αθώος από δικαστήριο στα Τίρανα για την υποτιθέμενη κατάχρηση εξουσίας και διαφθοράς το 1999.
Πηγή: Έθνος











