«Από το 1969 έχω μια Vespa στο γκαράζ μου. Αυτό ήταν το όχημα που με έσωσε από τη μανία του πολέμου, όταν οι Τούρκοι μπήκαν στο χωριό μου τον Τράχωνα το 1974», εξομολογείτε σε μια τυχαία συνάντηση μας ο κ. Αντρέας. «Στο χωρίο εκείνη τη μέρα οι όλμοι των τούρκων έπεφταν βροχή. «Μπήκα στην αυλή του σπιτιού μου και είδα στο γκαράζ τη Vespa μου. Κλειδιά δεν χρειαζόσουν, ανέβηκα και απλά έφυγα για να σωθώ». Αυτή είναι μια από τις πολλές ιστορίες που υπάρχουν γύρω από ένα δίκυκλο θρύλο.
Ο κάθε ένας λάτρης της Vespa όμως, σίγουρα έχει τη δική του ιστορία να αφηγηθεί. Σε όλο τον πλανήτη η Vespa διαθέτει χιλιάδες λάτρεις οι οποίοι μάλιστα κάνουν με τα δίκυκλα τους ταξίδια δεκάδων χιλιομέτρων. Το ίδιο έκανε και ο κ. Αντρέας ο οποίος μετά τον πόλεμο ταξίδεψε με τη γυναίκα του σε πολλά μέρη της Κύπρου. Όπως σε όλο τον κόσμο έτσι και στην Κύπρο, η Vespa αριθμεί δεκάδες φίλους οι οποίοι πραγματοποιούν συχνά πυκνά εκδρομές σε όλο το νησί.
Ο τελευταίος
Τον κ. Αντρέα τον συναντήσαμε στην παλιά πόλη, στο συνεργείο του τελευταίου ίσως μηχανικού που ασχολείται αποκλειστικά από μωρό παιδί με την πλήρη αναπαλαίωση του κλασικού αυτού οχήματος. Ο Χρυσόστομος Κωνσταντίου, μεγάλωσε κυριολεκτικά στο συνεργείο του πατέρα του «μάστρε» Φώτη ο οποίος άρχισε την ενασχόληση με το συγκεκριμένο επάγγελμα από το 1963. Παρόλο που ο πατέρας του δεν ζει πια, εντούτοις ο Χρυσόστομος μπόρεσε όλα αυτά τα χρόνια να μάθη από αυτόν τα μυστικά του να αναπαλαιώνεις ένα κλασικό όχημα. «Η δυσκολία του επαγγέλματος είναι να επαναφέρεις μια μάζα από σίδερα στη εργοστασιακή τους μορφή, χωρίς παραποιήσεις.

Αυτό είναι δύσκολο λόγω της έλλειψης αυθεντικών ανταλλακτικών τα οποία θα κρατήσουν στο χρόνο», ανέφερε ο Χρυσόστομος. Όπως εξηγεί, οι περισσότερες Vespa που μπαίνουν στο συνεργείο είναι σχεδόν καταστρεμμένες λόγω του χρόνου αχρησίας και την έκθεση τους στις καιρικές συνθήκες. Παρόλα αυτά σημειώνει, όταν αγαπάς κάτι φροντίζεις να το επαναφέρεις. «Πλέον είναι δύσκολο να βρούμε Vespa γιατί οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους δεν τις πωλούν. Έχουμε κάποιες τις οποίες είχε αγοράσει παλαιότερα ο πατέρας μου, ωστόσο και αυτές κάποια στιγμή θα βρουν το δικό τους ιδιοκτήτη», ανέφερε. Αυτό που με παραξένεψε κατά τη συζήτηση μας είναι το γεγονός ότι ο Χρυσόστομος δεν διαθέτει δική του Vespa. Για τον ίδιο όμως υπάρχει η εξήγηση. «Όλες οι Vespa που έχω φτιάξει είναι δικές μου. Μπορεί να τις χαίρονται οι ιδιοκτήτες τους, να είναι γραμμένες στο όνομα τους αλλά εγώ τις θεωρώ δικές μου και τις αγαπώ όλες». Άλλωστε όπως αφέθηκε να εννοηθεί μέσα από τη συζήτηση μας, ο Χρυσόστομος δεν έχει πελάτες αλλά φίλους με τους οποίους μοιράζεται την ίδια αγάπη και το ίδιο πάθος για το εν λόγω κλασικό δίκυκλο.
Η ιστορία του θρύλου
Η ιστορία της Vespa ξεκινά το 1946. Ο Ρινάλντο Πιάτζιο διατηρεί μια εταιρεία κατασκευής μικρών σκαφών, λεωφορείων, τρένων και βαγονιών, όμως το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τον βρίσκει με χιλιάδες οικονομικά προβλήματα στη ρημαγμένη Ιταλία. Ο γιος του, Ενρίκο Πιάτζιο, είναι ένας ανήσυχος νους με διαρκείς τάσεις πειραματισμού. Μετά τον πόλεμο προτείνει στον εφευρέτη ελαφρών αεροσκαφών της εταιρείας, Κοραντίνο Ντ’ Ασκάνιο, να σχεδιάσουν ένα εύχρηστο, οικονομικό και μικρό δίκυκλο, το οποίο θα αποτελέσει το πιο φθηνό μέσο μεταφοράς στα αστικά κέντρα.

Ο πολύπειρος μηχανικός κατασκευάζει έναν σχετικά απλό κινητήρα, στον πίσω τροχό, τοποθετεί τις ταχύτητες ώστε να αλλάζουν με το χέρι, ενώ το πρωτότυπο διαθέτει ένα άνετο κάθισμα για δυο άτομα. Μόλις ο Πιάτζιο ακούει τον κινητήρα να δουλεύει, του λέει «… κάνει σαν σφήκα (=vespa)». Στην αρχή οι πρώτες 15 βέσπες που κατασκευάστηκαν, το 1946, είχαν ιπποδύναμη 3,5 άλογα, διέθεταν τρεις ταχύτητες και «περιδιάβαιναν» τους δρόμους της πόλης με περίπου 60 χιλιόμετρα/ώρα. Με τα χρόνια βέβαια, η παραγωγή άγγιξε «διαστημικά» μεγέθη και η Vespa εδραιώθηκε για τα καλά τόσο στην αγορά της Ιταλίας (σε σημείο που πολλοί αποκαλούσαν τη χώρα vespa country) όσο και διεθνώς –το ιταλικό σινεμά συνέβαλε εξόχως αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση. Το 2006, ο Τζιόρτζιο Σάρτι, για να τιμήσει τα 60 χρόνια από την πρώτη Vespa, έγραψε ένα βιβλίο στο οποίο παρουσίαζε κάθε ένα από τα περίπου 150 μοντέλα που είχε κυκλοφορήσει η ιταλική εταιρεία. Ένα πραγματικό «ευαγγέλιο» για τους λάτρεις της, με πλήθος πληροφοριών, εξαιρετικό φωτογραφικό υλικό και άγνωστες ιστορίες για όλα τα «ιδιαίτερα» μοντέλα της Piaggio, που στο πέρασμα του χρόνου έμελλε να επαναπροσδιορίσουν την έννοια της ελευθερίας πάνω στους δυο τροχούς. Σήμερα, οι γερασμένες «σφήκες» του χθες συνεχίζουν να «ζουζουνίζουν» ακάθεκτες και το μόνο που χρειάζονται είναι ένα μπουζί και αγάπη.