Διαφορετικές από τις προηγούμενες αναμένεται να είναι οι Βουλευτικές Εκλογές του Μαΐου για τα κόμματα. Το πολιτικό περιβάλλον στην χώρα βρίσκεται εδώ και κάποια χρόνια σε κατάσταση μεταβολής, με αυξανόμενες τάσεις αποσυσπείρωσης των παραδοσιακών κομμάτων, ενώ πλέον παρατηρείται και ένας συνωστισμός νέων πολιτικών σχηματισμών, που διεκδικούν μερίδιο της εκλογικής πίτας.
Αν και δεν είναι παράξενο λίγους μήνες πριν από τις εκλογές να εμφανίζονται νέα κόμματα –των οποίων πολλές φορές ο κύκλος ολοκληρώνεται αμέσως μετά την εκλογική αποτυχία ή που έχουν λίγα χρόνια ζωής- φέτος εξαγγέλθηκαν τουλάχιστον τέσσερις νέοι σχηματισμοί, ενώ δεν αποκλείεται να προκύψουν και άλλοι στην πορεία. Για παράδειγμα, φημολογείται ότι σχετικές σκέψεις κάνει και ο ευρωβουλευτής Φειδίας Παναγιώτου και μεσολαβεί αρκετός χρόνος μέχρι τις κάλπες ώστε να γίνουν και άλλες κινήσεις.
Οι νέοι αυτοί σχηματισμοί, σε συνδυασμό με τις τάσεις αποσυσπείρωσης αλλά και το ευρύτερο κλίμα απαξίωσης του συστήματος που επικρατεί, φαίνεται να βάζουν επιπλέον πιέσεις στις πολιτικές δυνάμεις, τις οποίες δεν βίωσαν προηγουμένως και δεν έχουν σαφή εμπειρία για αντιμετώπισή τους. Μόνο ένα από αυτά τα στοιχεία είναι διαχειρίσιμο αλλά όλα μαζί δυσκολεύουν πολύ την κατάσταση. Η προσπάθεια για συσπείρωση του πυρήνα τους, για παράδειγμα, με τα γνωστά τεχνάσματα που χρησιμοποιούνται συνήθως, μπορεί να ενισχύσει την αποστροφή όλων των υπολοίπων. Και η προσπάθεια να προσεγγιστούν νέα κοινά ή να προσεγγιστούν αποστασιοποιημένοι ψηφοφόροι, πολλές φορές προϋποθέτει ανοίγματα και εκπτώσεις που μπορεί να αποξενώσουν τον στενό πυρήνα. Και ανάμεσα σε αυτά τα διλήμματα προστίθεται και ο ανταγωνισμός από τους νέους σχηματισμούς.
Αν και δεν ισχύει για όλους, κάποια από τα νέα κόμματα φαίνεται να πολιτεύονται με έναν τρόπο που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τις πολιτικές δυνάμεις. Εμφανίζονται ως το νέο και το καθαρό, προσπαθώντας να στείλουν το μήνυμα ότι οτιδήποτε υφιστάμενο υπάρχει είναι «φορτωμένο» και παρωχημένο, χωρίς περιθώρια να προσφέρει οτιδήποτε περαιτέρω. Αυτή η λογική μπορεί να μην πείθει όλους τους πολίτες αλλά σίγουρα πείθει μία μερίδα, την οποία βρίσκουν σχεδόν αδύνατον να προσεγγίσουν τα κόμματα. Άλλωστε πρόκειται για μία τάση της εποχής, η οποία επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά με την εκλογή Φειδία Παναγιώτου, καθώς είχε ως μοναδικό επιχείρημα προεκλογικά το γεγονός πως δεν είναι πολιτικός και δεν είναι κόμμα, δηλαδή την απόσταση από το σύστημα.
Τα κόμματα είναι συνηθισμένα στον πολιτικό διάλογο. Μπορεί τα επιχειρήματά τους να μην βαθμολογούνται πάντα με άριστα και πολλές φορές να δυσκολεύονται να πείσουν, αλλά αυτή είναι η πολιτική τους μεθοδολογία, ασχέτως αποτελεσματικότητας. Είναι συνηθισμένα να προβάλλουν θέσεις και αντιθέσεις, ακόμη και όταν έχουν χαμηλό βαθμό επιτυχίας, αλλά όχι να πολιτεύονται κόντρα στο «άλλο», όταν το άλλο είναι απολιτίκ και δεν μπορεί να μιλήσει με πολιτικούς όρους. Τον Φειδία σε μεγάλο βαθμό τον αγνοούσαν -ενδεχομένως δικαίως, από την στιγμή που από τις δημοσκοπήσεις δεν φαινόταν να συνιστά σοβαρή απειλή- όμως πλέον γνωρίζουν ότι αυτό δεν είναι επιλογή, δεδομένου ότι κάποιοι από τους νέους σχηματισμούς καταγράφουν αυξανόμενη διείσδυση στην κοινωνία.
Ως εκ τούτου, τα κόμματα πρέπει να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, τα οποία είναι ιδιαιτέρως άβολα για αυτά. Δεν θέλουν να ξαναπέσουν στην παγίδα να υποτιμήσουν πρόσωπα που μπαίνουν στην πολιτική από την εξωτερική, αλλά ταυτόχρονα ούτε επιθυμούν να δώσουν στα νέα κόμματα μεγαλύτερη σημασία από όση πρέπει, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του hype τους. Η γραμμή είναι λεπτή και καθόλου ευδιάκριτη.
Αυτά τα επιπλέον στοιχεία, τα οποία εμφανίζονται ταυτόχρονα, φαίνεται να αυξάνουν τις πολλές προκλήσεις που έχουν ενώπιον τους οι πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες γνωρίζουν πως δεν θα είναι εύκολος μήνας ο Μάης. Με εξαίρεση το ΕΛΑΜ, που αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική του πορεία, όλα τα υπόλοιπα κόμματα της υφιστάμενης Βουλής εκτιμούν ότι είναι πιθανόν να καταγράψουν πτώση. Το ζητούμενο, συνεπώς, είναι να περιορίσουν όσο το δυνατόν τις απώλειες.
Τα κόμματα, ωστόσο, δεν είναι τα μόνα που αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα θα είναι δύσκολα. Φαίνεται ότι τα αντιλαμβάνονται και αρκετά πρόσωπα που, σε μια άλλη εποχή, θα έτρεχαν να… ραφτούν μόνο και μόνο στο ενδεχόμενο να τους προταθεί μία θέση σε ψηφοδέλτιο. Αντιθέτως, σήμερα η εντύπωση που υπάρχει είναι πως παρουσιάζεται δυστοκία στην εξεύρεση υποψηφίων, τουλάχιστον σε κάποιες δυνάμεις, καθώς αρκετοί άνθρωποι δεν επιθυμούν να μπουν στη διαδικασία, εάν διαισθάνονται ότι το κόμμα δεν θα τα πάει καλά ή ότι θα χάσει έδρα στην δική τους εκλογική περιφέρεια, διότι θα τους μείνει ο κόπος.
Ο Αύγουστος προσφέρεται για ξεκούραση. Από τον Σεπτέμβριο, όμως, τα κόμματα θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις κατάματα. Να ξεκινήσουν τις διαδικασίες για τα ψηφοδέλτιά τους σοβαρά και μεθοδικά και κυρίως να καταλήξουν στην στρατηγική τους για την αντιμετώπιση των νέων κινδύνων. Όπως αποδείχθηκε στις Ευρωεκλογές, δεν φεύγει ένα πρόβλημα με το να το αγνοούν.