Ανησυχία επικρατεί τον τελευταίο μήνα στην Ευρώπη σχετικά με τις μολύνσεις και τις λοιμώξεις που προκαλούνται από διάφορους ιούς μέσω τσιμπημάτων από κουνούπια, τα οποία βρίσκονται σε έξαρση κατά τη θερινή περίοδο. Για πρώτη φορά μετά από περίπου δέκα χρόνια, καταγράφηκαν κρούσματα εντός της επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε χώρες όπου ο ιός είχε εξαλειφθεί, ανάμεσά τους και η Κύπρος.
Οι κύριες εστίες ανησυχίας για την Ευρώπη περιλαμβάνουν το ασιατικό κουνούπι τίγρης (Aedes albopictus), το οποίο είναι ικανό να μεταδώσει τον δάγκειο πυρετό, τον ιό chikungunya, τον ιό Aedes aegypti και τον ιό του κίτρινου πυρετού ο οποίος θεωρείται και κύριος φορέας του ιού του Δυτικού Νείλου. Τα είδη αυτά επεκτείνονται με ταχείς ρυθμούς στην ευρωπαϊκή ήπειρο, καθώς το κουνούπι τίγρης είναι πλέον εγκατεστημένο σε 16 χώρες και 369 περιφέρειες, σε σύγκριση με μόλις 114 περιφέρειες πριν από μία δεκαετία.
Σύμφωνα με έκθεση του ECDC, το κουνούπι τίγρης είχε εξαλειφθεί από την Ευρώπη εδώ και καιρό, ωστόσο επανεμφανίστηκε στην Κύπρο από τον περασμένο Μάιο. Την ίδια ώρα, το κοινό κουνούπι (Culex pipiens) εξακολουθεί να αποτελεί παράγοντα μετάδοσης του ιού του Δυτικού Νείλου, κυρίως κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και στις αρχές του φθινοπώρου.
Το 2023 καταγράφηκαν συνολικά 304 κρούσματα δάγκειου πυρετού στην Ευρώπη, παρουσιάζοντας αυξητική τάση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, καθώς το 2022 είχαν εντοπιστεί μόλις 130 και το 2021 μόλις 71. Την ίδια χρονιά, σημειώθηκαν 1.436 κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου, με τις μολύνσεις να εκτείνονται σε 212 περιοχές σε 19 χώρες. Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν την αυξανόμενη γεωγραφική εξάπλωση και τον σοβαρό αντίκτυπο των νοσημάτων που μεταδίδονται μέσω των κουνουπιών στη δημόσια υγεία στην Ευρώπη.
Μέχρι τις αρχές Ιουλίου, η Γαλλία είχε αναφέρει έξι εστίες τοπικά αποκτηθέντων κρουσμάτων της νόσου του ιού chikungunya, με τα πρώτα συμπτώματα να εμφανίζονται από τα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου. Το γεγονός αυτό δείχνει μια πολύ πρώιμη έναρξη της περιόδου δραστηριότητας των κουνουπιών, αφού τα προηγούμενα χρόνια, τέτοιες περιπτώσεις καταγράφονταν τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο, γεγονός που αναδεικνύει πώς οι μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες δημιουργούν μακρύτερες και πιο ευνοϊκές περιόδους μετάδοσης.
Στην Κύπρο, τόσο οι Ιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας όσο και ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος απέστειλαν εγκαίρως οδηγίες προς τους ιατρούς. Σε αυτές τονίζεται ότι, σε περίπτωση ύποπτου ή επιβεβαιωμένου περιστατικού από οποιονδήποτε από τους τέσσερις ιούς, θα πρέπει να γίνεται υποχρεωτική δήλωση στη Μονάδα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Ελέγχου Λοιμωδών Νοσημάτων των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, με τη συμπλήρωση του σχετικού δελτίου Δηλούμενων Λοιμωδών Νοσημάτων.
Δεν είναι επικίνδυνα τα τσιμπήματα αλλά…
Μιλώντας στον REPORTER, ο δερματολόγος Δρ Χρήστος Παλλούρας εξήγησε ότι τα τσιμπήματα κουνουπιών, υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν είναι επικίνδυνα, καθώς προκαλούν κατά κύριο λόγο μια τοπική δερματική αλλεργική αντίδραση. Ωστόσο, τόνισε ότι υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος μετάδοσης μολυσματικών νοσημάτων ή εμφάνισης δευτερογενούς μόλυνσης στην περιοχή του τσιμπήματος.
Όπως σημείωσε, στην Κύπρο αυτή την περίοδο δεν παρατηρείται μετάδοση μολυσματικών ασθενειών μέσω τσιμπημάτων, αν και κατά καιρούς έχουν εντοπιστεί περιστατικά. Το κοινό κουνούπι, που κυκλοφορεί αυτή την εποχή λόγω των καιρικών συνθηκών, μπορεί να προκαλέσει τοπική αλλεργική αντίδραση με φούσκωμα και ερυθρότητα στο δέρμα, ενώ σε περίπτωση επιμόλυνσης είναι πιθανό να εμφανιστεί πίον και έντονη φαγούρα. Παράλληλα, προειδοποίησε ότι μπορεί να προκληθεί και μόλυνση από σταφυλόκοκκο, η οποία επιδεινώνει το οίδημα. Εάν τα τσιμπήματα είναι πολλά, ενδέχεται σε σπάνιες περιπτώσεις να εμφανιστεί και πυρετός.
Ο Δρ Παλλούρας επεσήμανε επίσης ότι, για την αποφυγή των τσιμπημάτων, οι πολίτες θα πρέπει να φορούν μακρυμάνικα και δροσερά ρούχα, ιδίως όταν βρίσκονται σε περιοχές με έντονη παρουσία εντόμων, όπως σε κατασκηνωτικούς χώρους. Επίσης, συνέστησε τη χρήση αντικουνουπικών σπρέι που απωθούν τα κουνούπια.
Σε περίπτωση τσιμπήματος, τόνισε τη σημασία της αποφυγής τριψίματος της περιοχής, καθώς μέσω των χεριών μπορεί να μεταφερθούν βακτήρια σε ήδη τραυματισμένο δέρμα, προκαλώντας ενδεχομένως σταφυλοκοκκική λοίμωξη. Αντίθετα, συστήνεται η χρήση αντισηπτικών και φαρμακευτικών κρεμών που περιέχουν κορτιζόνη και αντιβιοτικά, όπως η γνωστή Fucicort, προκειμένου να αντιμετωπιστεί άμεσα η αντίδραση. Εάν δεν εφαρμοστεί κάποια θεραπεία, υπάρχει κίνδυνος για επιπλέον επιπλοκές στην περιοχή του τσιμπήματος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: