«Καμία γυναίκα δεν ξυπνά ένα πρωί και αποφασίζει να κάνει καριέρα στην πορνεία», ήταν το μήνυμα που έστειλε η πρώην υπεύθυνη του Γραφείου Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων, Ρίτα Σούπερμαν, κατά τη διάρκεια της κατάθεσής της ενώπιον του Δικαστηρίου για υπόθεση εμπορίας προσώπου, η οποία... ταλαιπωρείται εδώ και έξι χρόνια, με την εκδίκαση της ακόμη να βρίσκεται σε εξέλιξη.
Μια υπόθεση που αποκαλύφθηκε χάρη στα αντανακλαστικά της δικηγόρου της Εισαγγελίας, Αντιγόνης Μιχαήλ, η οποία επικοινώνησε άμεσα με το Γραφείο Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων, με το θύμα από την Ρουμανία, να μετατρέπεται από κατηγορούμενη για πορνεία σε θύμα εμπορίας προσώπων, αποκαλύπτοντας «μια εγκληματική οργάνωση», όπως την χαρακτήρισε η κ. Σούπερμαν, εξιστορώντας τα όσα βίωνε.
Η μαρτυρία του θύματος που οδηγήθηκε στην πορνεία, οδήγησε στο εδώλιο του κατηγορουμένου πέντε πρόσωπα, τέσσερις γυναίκες και ένα άντρα, ενώ η ιστορία της, έρχεται να επιβεβαιώσει για άλλη μια φορά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πολλές γυναίκες καταλήγουν θύματα trafficking.
Κατά την χθεσινή ακροαματική διαδικασία, η πρώην υπεύθυνη του Γραφείου Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων, κλήθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας, όπου αρχικά αναφέρθηκε στις διαδικασίες τις οποίες ακολουθούν τα μέλη του Γραφείου που υπηρετούσε αλλά και στο επαγγελματικό της υπόβαθρο. Όπως είπε, υπηρέτησε στις τάξεις της Αστυνομίας από το 1984 μέχρι το 2020, ενώ από το 2005 υπηρετούσε στο Γραφείο Καταπολέμησης Προσώπων, από όπου αφυπηρέτησε πρόωρα το 2020. Οι εκπαιδεύσεις της σε Κύπρο και εξωτερικό, αλλά και το γεγονός πως αντιπροσώπευε την Αστυνομία Κύπρου στη Europol και στην Interpol, όπως και η συμμετοχή της σε διεθνείς οργανισμούς για την εμπορία προσώπων, την κατέστησαν ικανή για να αξιολογήσει και να αναγνωρίσει ανάμεσα σε άλλους, ένα θύμα εμπορίας προσώπων.
Ξεδιπλώνοντας το χρονικό της συγκεκριμένης υπόθεσης, η κ. Σούπερμαν ανέφερε πως η δικηγόρος της Δημοκρατίας, Αντιγόνη Μιχαήλ, είχε έρθει σε επαφή με το θύμα, αφού ήταν κατηγορούμενη, και τότε η δημόσια κατήγορος είχε κάποιες ενδείξεις πως ενδεχομένως να πρόκειται για θύμα εμπορίας προσώπων, παραπέμποντας την υπόθεση στο Γραφείο Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων.
Ακολούθως, όπως κατέθεσε η κ. Σούπερμαν, αφού έτυχε των ανάλογων συνεντεύξεων από τα εκπαιδευμένα μέλη, τα οποία ενήργησαν βάση του ειδικού εγχειριδίου, αναγνωρίστηκε ως θύμα. Κατά την εξέταση του θύματος, ο δικός της ρόλος περιορίστηκε σε αυτόν της υπεύθυνης του Γραφείου, η οποία καθοδηγούσε, ενώ επιβεβαίωσε την αναγνώριση του θύματος. «Η αναγνώριση του θύματος εμπορίας προσώπων είναι το πιο δύσκολο κομμάτι στη διερεύνηση υποθέσεων, γιατί αφορά την ανθρώπινη υπόσταση και δεν μπορούμε να αδικούμε κανέναν άνθρωπο που είναι θύμα ή δεν μπορούμε να μην τον αναγνωρίζουμε».
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια, η οικονομική ανάγκη και η εκμετάλλευση
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια και η τραγική συνέχεια, ήταν τα όσα επιβεβαιώθηκαν δια στόματος της κας Σούπερμαν, η οποία χαρακτήρισε το θύμα «υποβολιμαίο και ευάλωτο», το οποίο έτυχε εκμετάλλευσης.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε, ο Γολγοθάς της άρχισε από την παιδική της ηλικία, αφού είχε υιοθετηθεί από οικογένεια στη Ρουμανία και στα δεκαεπτά της χρόνια, οι θετοί της γονείς την έδιωξαν από το σπίτι. Όταν έμεινε έγκυος από τον σύντροφό της, ο οποίος είχε κακοποιητική συμπεριφορά απέναντί της, την έδιωξε από το σπίτι με το παιδί τους στην αγκαλιά. Μην μπορώντας να ανταπεξέλθει οικονομικά, δέχθηκε πρόταση από μια κοπέλα στην δουλειά, για να μεταβεί για εργασία στη Γερμανία Ήταν εκεί, που για πρώτη φορά εξαναγκάστηκε στην πορνεία για να επιβιώσει.
Όταν ακόμη διέμενε στη Γερμανία, μια από τους πέντε κατηγορούμενες, σύμφωνα με την μαρτυρία της κ. Σούπερμαν, «την προσέγγισε μέσω μηνυμάτων σε πλατφόρμα μέσου κοινωνικής δικτύωσης, με σκοπό, όπως της είπε, να τη βοηθήσει να βρει εργασία. Την προσκάλεσε στο Βουκουρέστι, ώστε να διευθετήσει το ζήτημα που είχε προκύψει με την ταυτότητά της, αλλά στο τέλος φάνηκε πως την εξαπάτησε, αφού της βρήκε δουλειά σε υπεραγορά και της έπαιρνε όλα τα χρήματα».
Το ταξίδι στην Κύπρο και η εγκυμοσύνη
Από εκεί και έπειτα, η νεαρή κοπέλα, σύμφωνα με την κα Σούπερμαν, βρέθηκε μετά από προτροπή μιας εκ των κατηγορουμένων στην Κύπρο, με σκοπό να εργαστεί σε ένα μπαρ και «να κάθεται με πελάτες», όπως της είχε πει. Είναι εδώ, που η νεαρή μητέρα έρχεται σε επαφή με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, αφού το ζευγάρι κατηγορούμενων την φιλοξενούσε το σπίτι τους, ενώ είναι εκεί που γνώρισε και άλλη μια εκ των κατηγορούμενων. Εργάστηκε για λίγες μέρες σε μια μπυραρία, από την οποία καθυστερούσε να πληρωθεί, ενώ τα χρήματα αυτά της τα έπαιρνε η μια εκ των κατηγορουμένων. Ακολούθως αποφάσισε να αποχωρήσει την εργασία.
«Στη συνέχεια, επιβεβαιώθηκε πως είχε μείνει έγκυος και μια εκ των κατηγορουμένων διευθέτησε όλες τις διαδικασίες για να δοθεί το μωρό προς υιοθεσία. Λίγους μήνες αργότερα η οικογένεια που υιοθέτησε το παιδί, όταν το γέννησε, έδωσε στο θύμα τέσσερις χιλιάδες ευρώ ως φιλοδώρημα. Τα χρήματα αυτά τα πήρε η κατηγορούμενη που διέμενε μαζί της και ενοικιαζόταν από την οικογένεια που θα υιοθετούσε το μωρό. Κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, υπήρξαν αναφορές πως δύο από τις κατηγορούμενες κτυπούσαν το θύμα και την απειλούσαν πως θα την σκοτώσει η ρουμανική μαφία».
Πορνεία στους δρόμους και ξύλο
Με το πέρας ενός μήνα, από τότε που το θύμα έφερε στη ζωή το παιδί της, σύμφωνα με τα όσα κατήγγειλε η ίδια και όσα ανέφερε στο Δικαστήριο η κα Σούπερμαν, εξαναγκάστηκε από δύο κατηγορούμενες να εκπορνεύετε στους δρόμους, θέτοντας ως όρο να κερδίζει 300 ευρώ το βράδυ, μεταξύ επτά και δύο τα ξημερώματα. Όταν αυτό δεν ήταν εφικτό, που δεν ήταν όπως ανέφερε, την τιμωρούσαν, είτε κτυπώντας την, είτε αφήνοντάς την χωρίς φαγητό.
Όλα αυτά διήρκησαν ένα ολόκληρο χρόνο, αφότου στη συνέχεια συνελήφθη από την Αστυνομία. Στη συνέχεια, «όταν συνελήφθη, η ταυτότητα της βρισκόταν στα χέρια της κατηγορούμενης πέντε, και την πήραν τηλέφωνο για να την πάρει. Αυτή αρνήθηκε τα πάντα, ενώ δόθηκε εγγύηση 4000 από ένα φίλο της, ίσως και πελάτης».
Ακολούθως, δύο εκ των κατηγορουμένων, μετέβησαν σπίτι της και την χτύπησαν, ενώ μετά από αυτό το συμβάν, το θύμα έπαψε να έχει επαφές μαζί τους και βρήκε δουλειά σε άλλη μπυραρία. «Την επισκέφθηκαν πολλές φορές, της φώναζαν και την απειλούσαν. Σε κάποια φάση στο δρόμο της άσκησαν βία», ανέφερε η κ. Σούπερμαν, η οποία ανέφερε πως υπάρχουν καταθέσεις από μάρτυρες., ενώ πρόσθεσε πως «ήταν αυτά τα γεγονότα αλλά και η ψυχική κατάσταση στην οποία βρισκόταν το θύμα που υπέδειξαν στο αρμόδιο Γραφείο και στα μέλη του, πως υπάρχει σωρεία ενδείξεων, ότι πρόκειται για ένα ακόμη θύμα εμπορίας προσώπων».
Η κ. Σούπερμαν αντεξετάστηκε από την υπεράσπιση των δύο κατηγορουμένων, η οποία μεταξύ άλλων στάθηκε στις ενισχυτικές μαρτυρίες και στις έρευνες που έγιναν γύρω από τους ισχυρισμούς του θύματος, ενώ εκφράστηκε η θέση πως η κ. Σούπερμαν περιέγραψε γεγονότα τα οποία υιοθέτησε από την κατάθεση του θύματος, με την ίδια να αναφέρει πως υπάρχουν ενισχυτικές μαρτυρίες. Μάλιστα, κλήθηκε να απαντήσει εάν διερευνήθηκε ή εάν επικοινώνησαν με την Interpol για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο εξωτερικό, θέλοντας να δείξει πως το θύμα έκανε πορνεία προτού έρθει στην Κύπρο, άρα ενδεχομένως να ήταν και με τη θέληση της, με την κ. Σούπερμαν να απαντά πως «αυτές οι κοπέλες είναι σε ευάλωτη κατάσταση. Δεν έχει σημασία αν εκπορνευόταν στο εξωτερικό. Και να σας πω και κάτι. Καμία γυναίκα δεν ξυπνά και να αποφασίζει να κάνει καριέρα στην πορνεία».
Στην επόμενη ακροαματική διαδικασία αναμένεται να συνεχίσει η αντεξέταση της κ. Σούπερμαν, ενώ στη συνέχεια θα καταθέσει η δικηγόρος της Δημοκρατίας που ήρθε σε επαφή με το θύμα.